Δευτέρα 14 Μαΐου 2012


Apis mellifera (Linnaeus, 1758 - κοινή μέλισσα)
Το 4ο είδος μέλισσας του γένους Apis είναι και το πολυπληθέστερο και πιο
εξαπλωμένο είδος μέλισσας. Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Αφρική και Εγγύς
Ανατολή, είναι οι περιοχές εξάπλωσης της A.mellifera.
Εάν θεωρηθεί δεδομένο ότι όλα τα είδη μελισσών έχουν τροπική καταγωγή,
για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να επεκταθούν στην εύκρατη ζώνη θα έπρεπε να
προσαρμόσουν ανάλογα το βιολογικό τους κύκλο. Έτσι μειώθηκε πρώτα από όλα η
τάση εγκατάλειψης της φωλιάς, περιορίστηκε η περίοδος σμηνουργίας μόνο κατά την
Άνοιξη, όπως και ο αριθμός των "αφεσμών", η κοινωνία έγινε πολυπληθέστερη και
άρχισε να αποθηκεύει μεγαλύτερες ποσότητες τροφών. Κατά τη διάρκεια αυτής της
εξελικτικής προσαρμογής δημιουργήθηκε ένας μεγάλος αριθμός από ράτσες, οι
οποίες αναπτύσσοντας συγκεκριμένες συνήθειες εγκλιματίσθηκαν αλλά και
επικράτησαν στην εύκρατη και τροπική ζώνη. Οι ράτσες αυτές μπορούν να
ομαδοποιηθούν σε 3 μεγάλες ομάδες, την ομάδα της Εγγύς Ανατολής, της Τροπικής
Αφρικής και της Μεσογείου.                                                                                                                     Apis mellifera macedonica (ssp. nova - μακεδονική μέλισσα)
Εξάπλωση :
Β. Ελλάδα, Θράκη, Βουλγαρία, Ν. Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία και Ρωσία.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά :
Σε σχέση με την καρνιολική μέλισσα είναι μικρότερου μεγέθους, με κοντό
επίσης τρίχωμα, αλλά μεγαλύτερο μήκος προβοσκίδας. Ο χρωματισμός είναι επίσης
σκούρος.
Βιολογία :
Μέλισσα η οποία διατηρεί μεγάλους πληθυσμούς και κατά τη διάρκεια του
χειμώνα. Η ανάπτυξή της είναι αργή την Άνοιξη, ενώ ο γόνος μειώνεται αργά το
Καλοκαίρι. Συλλέγει μεγάλες ποσότητες πρόπολης. Δεν παρουσιάζει έντονη τάση για
σμηνουργία.
Θεωρείται η πιο "ευγενική" μέλισσα. Παρουσιάζει ευαισθησία στην προσβολή
από Νοσεμίαση. Έτσι μελίσσια μακεδονίτικης ράτσας που μεταφέρθηκαν στην
Ευρώπη, ξεχειμώνιασαν με επιτυχία στην Αγγλία, ενώ αντίθετα στην Γερμανία και
                                                              στην Αυστρία χάθηκαν από Νοσεμίαση.                                                                                                                                                                      Apis mellifera carnica (Pollmann, 1879 - καρνιολική μέλισσα)
Εξάπλωση:
Ρωσία (Καρπάθια), Αυστρία, Β. Γιουγκοσλαβία, Δαλματικές ακτές, Ουγγαρία,
Αλβανία και Ιόνια Νησιά
Μορφολογικά χαρακτηριστικά :
Είναι μαύρη μέλισσα με κοντές τρίχες, οι οποίες είναι γκρίζες στους κηφήνες .
Υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία ανάμεσα στα άτομα της ράτσας, διαμορφώνοντας
έτσι γεωγραφικούς οικότυπους με ξεχωριστά χαρακτηριστικά (Άλπεις, Δαλματία,
Ιόνιο). Θεωρείται από τις μεγαλύτερες σε μέγεθος μέλισσες, μαζί με την A.mellifera
mellifera, ενώ το μήκος της προβοσκίδας της φτάνει τα 6,4-6,8 mm.
Βιολογία :
Είναι προσαρμοσμένη να ζει σε περιοχές με μεγάλης διάρκειας και βαρείς
χειμώνες, οι οποίοι εναλλάσσονται γρήγορα με ξηρά και ζεστά καλοκαίρια. Στις
περισσότερες περιοχές ο γόνος σταματά από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι και τον
Φεβρουάριο-Μάρτιο.
Η ανάπτυξη την Άνοιξη είναι πολύ γρήγορη ("ανοιξιάτικη μέλισσα"). Το
καλοκαίρι η ποσότητα του γόνου που εκτρέφεται είναι ανάλογη με τις διαθέσιμες
πηγές γύρης και νέκταρος. Η χρησιμοποίηση της πρόπολης είναι ελάχιστη, όπως και η
παραπλάνηση. Έχει μεγάλη ικανότητα στον εντοπισμό της ακριβής θέσης ενός
αντικειμένου.
Έχει έντονη την τάση για σμηνουργία, τάση όμως η οποία μπορεί να ελεγχθεί
γενετικά. Αντίθετα η τάση για λεηλασία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η καρνιολική
μέλισσα παρουσιάζει ανθεκτικότητα στις ασθένειες του γόνου.
Εξ' αιτίας των καλών χαρακτηριστικών της η A.m. carnica έχει
αντικαταστήσει την A.m. mellifera στην Κ. Ευρώπη.                                                                                                                                                   Apis mellifera cecropia (Kiesenwetter,1869 - κεκρόπια μέλισσα)
Εξάπλωση:
Η κεκρόπια μέλισσα απαντάται προς βορρά έως τα Ιωάννινα, Μέτσοβο και
Καλαμπάκα, ενώ προς το νότο έως και την Πελοπόννησο.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά :
Είναι μεγαλύτερη μέλισσα σε μέγεθος και από την καρνιολική και από τη
μακεδονίτικη μέλισσα, όπως έχει και μεγαλύτερη προβοσκίδα. Ο χρωματισμός της
είναι ανοιχτότερος από τις παραπάνω.
Βιολογία:
Δεν υπάρχουν βιβλιογραφικά στοιχεία για την βιολογία της κεκρόπιας
μέλισσας, αλλά δυστυχώς ούτε και αποτελέσματα έρευνας από έλληνες επιστήμονες.
Επισημαίνουμε εδώ ότι τα στοιχεία που αναφέρονται, στο παρόν άρθρο, προέρχονται
από έρευνα που έχει γίνει από ξένους ερευνητές σε Ινστιτούτα εκτός Ελλάδος, εκτός
μόνο από την περίπτωση της μακεδονίτικης μέλισσας, κατά την έρευνα της βιολογίας

της οποίας έλαβε μέρος και το Εργαστήριο Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας του Α.Π.Θ.                                                                                                                                                     .Apis mellifera adami (Ruttner,1975 - Κρητική μέλισσα)
Εξάπλωση:
Κρήτη. Σε δείγματα που συνελέγησαν από τον Br. Adam το 1952, διαπιστώθηκε ότι η
κρητική μέλισσα δεν παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με τις μέλισσες της
Ηπειρωτικής Ελλάδας, αλλά με τις μέλισσες της Ανατολής και κυρίως με την
A.m.syriaca. Γενικά στην Ανατολική Μεσόγειο οι μέλισσες μπορούν να
ομαδοποιηθούν σε δύο μεγάλες ομάδες:
1η: A.m. Cypria, Syriaca, Anatoliaca και Adami (Ν. Αιγαίο),
2η: A.m. Intermissa, Sicula και Carnica (Ιόνιο).
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
Οι εργάτριες μέλισσες είναι δεύτερες σε μέγεθος μετά τις εργάτριες της
A.m.caucasica. Ετσι είναι μεγαλύτερη σε μέγεθος (αλλά με μικρότερα φτερά) και με
πιο σκοτεινό χρωματισμό σώματος από την A.m.ligustica, αν και ζει πιο νότια από
αυτή. Γενικά ο χρωματισμός του σώματος ποικίλλει με σταθερό όμως
χαρακτηριστικό το σκοτεινό θώρακα. Οι κηφήνες είναι χαρακτηριστικά μικρού
μεγέθους, με χρωματισμό σώματος ομοιόμορφα σκοτεινό.
Βιολογία:
Ξεχειμωνιάζει με επιτυχία ακόμα και σε ψυχρά-εύκρατα κλίματα. Η εκτροφή
του γόνου συνεχίζεται καθ' όλη τη διάρκεια του χειμώνα, ενώ παρουσιάζει έντονη
ανάπτυξη από το Φεβρουάριο και μετά φτάνοντας κατά το Μάιο σε 14-18 πλαίσια
γόνου. Η τάση σμηνουργίας είναι έντονη (60-200 βασιλικά κελιά ανά μελίσσι).
Αν και κάτω από φυσιολογικές συνθήκες παραμένει σχετικά ήρεμη κατά την
επιθεώρηση, γίνεται ιδιαίτερα επιθετική όταν οι συνθήκες γίνουν δυσμενής (π.χ. στο
ψυχρό κλίμα της Αγγλίας ή εξ'αιτίας της παρουσίας εχθρού).                                                                  Apis mellifera cypria (Pollmann,1879 - Κυπριακή μέλισσα)
Εξάπλωση: Κύπρος
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
Η εμφάνισή της θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί εξωτική. Μορφολογικά
ομοιάζει με τις γειτονικές ράτσες μελισσών A.m.syriaca και A.m.anatoliaca. Αν και
μικρότερη σε μέγεθος από αυτές έχει μεγαλύτερα πόδια και προβοσκίδα. Όσον αφορά
στο χρωματισμό ζώνες κίτρινες και καροτοπορτοκαλί εναλλάσσονται στο θώρακα και
στην κοιλιά, τόσο των εργατριών όσο και των κηφήνων.
Βιολογία:
Αν και ζει σε υποτροπικό κλίμα μπορεί να συναγωνιστεί στην επιτυχία κατά
το ξεχειμώνιασμα, πολλές άλλες ράτσες μελισσών εύκρατων κλιμάτων. Η εκτροφή
του γόνου διατηρείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα μέχρι και το Φθινόπωρο, ενώ
συλλέγει μεγάλες ποσότητες μελιού, πολύ από το οποίο χρησιμοποιείται για την
εκτροφή αυτού του γόνου. Παρουσιάζει έντονη τάση για σμηνουργία (περισσότερα
από 40 βασιλικά κελιά ανά μελίσσι).
Είναι πολύ επιθετική, ακόμα και όταν καπνίζεται, γεγονός που αποτελεί και

τον περιοριστικό παράγοντα στη διάδοσή της.                                                                                   Apis mellifera ligustica (Spinola, 1806 - Κίτρινη μέλισσα)
Εξάπλωση:
Η "κίτρινη" μέλισσα είναι η πιο διαδεδομένη ράτσα μέλισσας στον κόσμο,
αλλά και η αιτία δύο μεγάλων ανακαλύψεων, οι οποίες επηρέασαν ιδιαίτερα την
πορεία της μελισσοκομίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
α. Κατά πρώτον όταν ο Dzierzon μετέφερε ιταλικές μέλισσες στη Γερμανία το 1852,
παρατήρησε ότι οι κόρες αυτών των βασιλισσών, που γονιμοποιούνταν με κηφήνες
της "μαύρης" μέλισσας (Apis mellifera mellifera), έδιναν κίτρινες εργάτριες μέλισσες
και μαύρους κηφήνες. Το γεγονός αυτό οδήγησε τους επιστήμονες στο συμπέρασμα
ότι οι κηφήνες προέρχονται από αγονιμοποίητα ωά, και έτσι μεταφέρονται σ'αυτούς
μόνο τα χαρακτηριστικά της "μητέρας" .
β. Οι μελισσοκόμοι του Ν. Κόσμου, οι οποίοι εκμεταλλεύονταν την κοινή μαύρη
Β.Δ.Ευρωπαϊκή μέλισσα, μετά την εισαγωγή της Ιταλικής μέλισσας, προτίμησαν
σαφώς την τελευταία, καθώς ανέπτυξε πολύ μεγαλύτερους πληθυσμούς και ήταν
λιγότερο επιθετική. Όμως μετά τις τυχαίες συζεύξεις βασιλισσών της Ιταλικής ράτσας
με κηφήνες της Β.Δ. Ευρωπαϊκής ράτσας, τα υβρίδια που δημιουργήθηκαν ήταν
ιδιαίτερα επιθετικά. Για να εξασφαλιστεί η καθαρότητα της Ιταλικής ράτσας
ξεκίνησαν, κατά το τέλος του 19ου αιώνα, οι πρώτες προσπάθειες τεχνητής
σπερματέγχυσης στη μέλισσα.
Γενικά η Ιταλική ράτσα αποτελεί ίσως την πιο διαδεδομένη ράτσα μελισσών,
συνδυάζοντας την προσαρμοστικότητα σε διάφορες κλιματολογικές συνθήκες με
κάποια χαρακτηριστικά στη συμπεριφορά της, απαραίτητα στη σύγχρονη
μελισσοκομία, όπως π.χ. την ανάπτυξη μεγάλων πληθυσμών, χωρίς ιδιαίτερη τάση
για σμηνουργία.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:Είναι μικρότερη σε μέγεθος από την Μαύρη Μέλισσα, ενώ μοιάζει ιδιαίτερα
με την Καρνιολική. Στο χρωματισμό του σώματός της υπερτερεί το κίτρινο, έχει
μακριά προβοσκίδα (6,3-6,6mm), τρίχωμα πιο κοντό και κοντή και πλατιά κοιλία.
Βιολογία:
Παρουσιάζει ικανοποιητική προσαρμοστικότητα σε διάφορα περιβάλλοντα.
Παραμένει ήσυχη επάνω στο πλαίσιο. Δεν θεωρείται επιθετική μέλισσα.
Έχει την τάση να αναπτύσσει μεγάλους πληθυσμούς και να αποθηκεύει πολύ
μέλι. Δεν σμηνουργεί εύκολα. Ο ρυθμός ωοτοκίας αρχίζει να αυξάνεται σιγά-σιγά την
Άνοιξη, φτάνοντας στο υψηλότερο σημείο του κατά τον Μάιο. Από 'κει και πέρα
διατηρείται επίσης σε υψηλά επίπεδα έως και το Φθινόπωρο. Ξεχειμωνιάζει εύκολα
και διατηρεί το Χειμώνα γόνο. Η ωοτοκία σταματά για ένα μικρό χρονικό διάστημα
μόνο κατά το τέλος του χρόνου (Δεκέμβριο-Ιανουάριο).
Συλλέγει μικρή ποσότητα πρόπολης. Ο χορός επικοινωνίας διαφέρει από τον
αντίστοιχο άλλων φυλών μελισσών. Έχει σχήμα "δρεπανιού" και θεωρείται
ενδιάμεσος μεταξύ κυκλικού και μεικτού χορού. Δίνει πληροφορίες για ανθοφορίες
που δεν βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από την κυψέλη. Γενικά η ιταλική μέλισσα
δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί μεγάλης ακτίνας περιοχή συλλογής (είναι μέλισσα
"μικρών αποστάσεων" σε αντίθεση με την A.m.carnica ). Σαν κύρια πληροφορία για
τη συλλογή χρησιμοποιεί το χρώμα και όχι το σχήμα ή τη θέση της τροφής σε σχέση


με τη φωλιά. Παραπλανάται εύκολα.                                                                                                   Apis m ellifera syriaca (Buttel-Reepen,1906 - Συριακή μέλισσα).
Εξάπλωση:
Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανος, Συρία.
Μορφολογικά χαρακτηριστικά:
Είναι η μικρότερη σε μέγεθος μέλισσα από όσες έχουν αναφερθεί. Μόνο στην
Αφρική υπάρχουν ράτσες μελισσών μικρότερες σε μέγεθος από αυτή. Το μικρό
μέγεθος της Συριακής μέλισσας εκφράζεται και από τον αριθμό των εργατικών
κελιών που κτίζει ανά τετραγωνική παλάμη (dm²), ο οποίος ανέρχεται σε 484
εργατικά κελιά/dm² σε αντίθεση με τα 427 εργατικά κελιά/dm² των Ευρωπαϊκών
μελισσών .
Βιολογία:
Όπως είναι φυσικό δεν είναι ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες. Συλλέγει
μεγάλες ποσότητες μελιού. Έχει έντονη τάση για σμηνουργία (200-300 βασιλικά
κελιά ανά μελίσσι). Δεν συλλέγει, ούτε χρησιμοποιεί πολύ την πρόπολη.
Έχει αναπτύξει επιτυχείς μηχανισμούς άμυνας (μείωση έως τέλεια απουσία
πτήσεων συλλογής) για την αντιμετώπιση της σφήκας V. orientalis. Είναι ιδιαίτερα
επιθετική, ακολουθεί το αίτιο της ενόχλησης (π.χ. άνθρωπο) έως και 500 μ. μακριά
από την κυψέλη, και μπορεί επίσης να επιτεθεί και σε μεγάλα ζώα και να τα
σκοτώσει.
Το χαρακτηριστικό που κάνει μοναδική την Συριακή μέλισσα είναι ότι, κατά
την αντικατάσταση της βασίλισσας, στο μελίσσι ζουν πολλές παρθένες βασίλισσες,
έως ότου κάποια από αυτές γονιμοποιηθεί επιτυχώς και αρχίσει να ωοτοκεί. Με
δεδομένο ότι στις Ευρωπαϊκές κυρίως ράτσες μελισσών, κατά την αντικατάσταση των
βασιλισσών, ένα ποσοστό 20% αυτών χάνεται κατά τη "γαμήλια πτήση", με
αποτέλεσμα το μελίσσι να μένει ορφανό χωρίς τη δυνατότητα παραγωγής άλλων
βασιλικών κελιών, το χαρακτηριστικό αυτό της Συριακής μέλισσας αποκτά ιδιαίτερη
και μοναδική σημασία. Έτσι λοιπόν από το 1906 έχει εισαχθεί η Συριακή μέλισσα
στις Η.Π.Α. και χρησιμοποιούνται σε ερευνητικά προγράμματα, τα οποία σκοπό
έχουν να κατανοήσουν οι επιστήμονες και να εντοπίσουν το μηχανισμό που οδηγεί σ'
αυτή τη συμπεριφορά, έτσι ώστε ίσως να γίνει δυνατή η μεταφορά του και σε άλλες
ράτσες μελισσών.
14